Η Θεραπευτική Σχέση


Ανεξάρτητα από τη θεωρητική προσέγγιση και το μοντέλο που ακολουθεί ο κάθε ψυχολόγος, η δημιουργία θεραπευτικής σχέσης αποτελεί πάντα το σημαντικότερο (ή έστω ένα από τα σημαντικότερα) στοιχεία της θεραπείας. Η θεραπευτική σχέση σημαίνει τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης, αποδοχής και κατανόησης μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου, τη σύναψη μιας συμμαχίας με σκοπό τη βελτίωση της ζωής του δεύτερου, αλλά και την επίτευξη αυτογνωσίας και από τις δυο πλευρές.  

Η σημασία της έχει παραλληλιστεί με αυτήν της θεωρίας της προσκόλλησης του Bowlby. Σύμφωνα με αυτήν το βρέφος αναπτύσσει μια σχέση προσκόλλησης και συναισθηματικής εγγύτητας με ένα σημαντικό άτομο της ζωής του, συνήθως τη μητέρα. Υποστηρίζεται ότι ανάλογα με την πορεία που θα ακολουθήσει αυτή η σχέση και τα συναισθήματα που θα βιώσει το άτομο γι’ αυτήν, θα επηρεαστούν και όλες οι υπόλοιπες σχέσεις της ζωής του με τους «σημαντικούς άλλους». Σημασία έχει, επίσης, το αν αυτή η σχέση ενισχύει την ανεξαρτησία του ατόμου, αν του παρέχει ασφάλεια, ακόμα κι όταν είναι απούσα η μητέρα και η δυσφορία με την οποία βιώνεται ο αποχωρισμός του από αυτήν. Τα στοιχεία της εγγύτητας, του καταφυγίου, της ασφάλειας αλλά και του πόνου του αποχωρισμού αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία μιας θεραπευτικής σχέσης.

Είναι σημαντικό να εξετάζεται η ικανότητα του θεραπευτή για την οικοδόμηση μιας τέτοιας σχέσης, καθώς εξαρτάται κυρίως από εκείνον και όχι τόσο από το θεραπευόμενο. Κύρια δεξιότητα που οφείλει να κατέχει ο ψυχολόγος για να το πετύχει αυτό είναι ο απεριόριστος σεβασμός απέναντι στο θεραπευόμενο. Ο θεραπευόμενος αποτελεί έναν άνθρωπο μπερδεμένο, πανικοβλημένο και ευάλωτο που βιώνει ένα προσωπικό αδιέξοδο και οφείλει να αντιμετωπιστεί ως τέτοιος και όχι ως κάποιο παράδειγμα προς αποφυγή ή σαν ικανοποίηση τυχόν ναρκισσισμού του θεραπευτή. Επιπλέον, χρειάζεται ο θεραπευτής να είναι αυθεντικός και να μεταφέρει τα πραγματικά του συναισθήματα και πεποιθήσεις, χωρίς να προσποιείται. Πιθανόν, η μετάδοση κάποιων αρνητικών συναισθημάτων, να χρήζει πρώτα εποπτείας, ώστε να μην διαταραχθεί η θεραπευτική σχέση. Ένα άλλο απαραίτητο στοιχείο είναι η ικανότητα προσεκτικής ακρόασης και η απομόνωση προσωπικών προκαταλήψεων, ώστε να μπορέσει ο θεραπευτής να δει τον κόσμο μέσα από τα μάτια του πελάτη, άρα να τον «ακούσει» αποτελεσματικά, εκφράζοντας ενσυναίσθηση. Επιπλέον, ο θεραπευτής θα ενθαρρύνει το θεραπευόμενο, ειδικά όταν προσπαθεί να κάνει θετικά βήματα στη ζωή του, ώστε να τονώσει παράλληλα και την αυτοπεποίθησή του, που συνήθως είναι αρνητικά επηρεασμένη. Παράλληλα, ειδικά σε περιπτώσεις αλλοδαπών ή αλλόθρησκων πληθυσμών, ο θεραπευτής, αν δεν είναι ενημερωμένος για τις διαφορετικές κουλτούρες και τα στοιχεία τους, είναι θεμιτό να συνεργαστεί με τον πελάτη, ώστε να τις κατανοήσει και να τις σεβαστεί. 

Συγχρόνως, είναι απαραίτητο για τη δημιουργία μιας υγιούς και αποτελεσματικής θεραπευτικής συμμαχίας, να καθοριστούν και να τηρηθούν όρια στη σχέση. Αυτά τα όρια θα αφορούν το χρόνο, όπως τη συχνότητα των συναντήσεων, τη διάρκεια, την αποφυγή αργοποριών, το χώρο και την απόσταση μεταξύ των δύο ατόμων, τη σχέση, η οποία παραμένει επαγγελματική και δεν οφείλει να διακρίνεται από προσωπική συμπάθεια και πολύ περισσότερο από ερωτικό στοιχείο.

Απαραίτητα χαρακτηριστικά κάθε θεραπευτή:

·               Ειλικρίνεια

·               Αυτογνωσία

·               Αυθεντικότητα

·               Ενσυναίσθηση

·               Άνευ όρων αποδοχή του θεραπευόμενου

·               Σεβασμός

·               Αλτρουισμός

·               Απουσία προκαταλήψεων

Συμπερασματικά, αυτά είναι κάποια από τα βασικά στοιχεία που διακρίνουν μια επιτυχημένη θεραπευτική σχέση, που όπως και να ονοματίζεται από τις διάφορες θεωρητικές προσεγγίσεις, έχει πάντα σαν σκοπό την πρόοδο της θεραπείας.